Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Ο Μεγάλος Ανθρωπολόγος Claude Levis Strauss


Claude Levi Strauss

Βιογραφία

Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες και σπούδασε Νομική και Φιλοσοφία στη Σορβόνη του Παρισιού. Μετά από λίγα χρόνια διδασκαλίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 1935 έγινε μέλος μιας γαλλικής πολιτιστικής αποστολής στην Βραζιλία, χάρη στην οποία δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. Ο Λεβί-Στρος έζησε στη Βραζιλία από το 1935 έως το 1939. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου διεξήγαγε και την πρώτη του εθνογραφική έρευνα με αποστολές στο Μάτο Γκρόσο και τα δάση του Αμαζονίου. Μελέτησε κατ' αρχήν τους Γκουαϊκούρου και τους Μπορόρο αυτόχθονες, ζώντας ανάμεσά τους για κάποιο χρονικό διάστημα. Μετά από αρκετά χρόνια επέστρεψε στην περιοχή σε μια μακρόχρονη αποστολή, προκειμένου να μελετήσει τις κοινωνίες των Ναμπικουαρά και των Τούπι Καγουαχίμπ.


Η Αρχαία Μελιβοία

Γράφει ο Αρχιμ. Νεκτάριος Δρόσος στο βιβλίο "Η Ιστορική Μελιβοία"




Α. Η ΜΕΛΙΒΟΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ (12ος-2ος αι. π.Χ.)


1. Η   Μελίβοια ως όνομα θηλυκού γένους


1. Διερευνώντας τα περί της Μελίβοιας γνωστά από τις Αρχαίες πηγές κείμενα, πρέπει αρχικά να πούμε ότι η πόλη της Θεσσαλικής Μαγνησίας οφείλει το θηλυκού γένους όνομα της, σε πρόσωπα της Ελληνικής Μυθολογίας, γνωστά με το όνομα Μελίβοια.


Μελίβοια ελέγετο:


1) Η κόρη του Ωκεανού και γυναίκα του Πελασγού

2) Η κόρη της Νιόβης και του Αμφίωνα

3) Η γυναίκα του Θησέα

4) Η μητέρα του Φέλλου

5) Η γυναίκα του Φιλοκτήτη

6) Η γυναίκα του Μάγνητα


Από την γυναίκα του Μάγνητα Μελίβοια πήρε το όνομα η πόλη αυτή της Θεσσαλικής Μαγνησίας, διότι, καθώς γράφει ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης στο έργο του «Παρεκβολαί εις την Ομήρου Ιλιάδα», ο Μάγνης έκτισε την πόλη αυτή για να τιμήσει τη γυναίκα του.



2. Οι αναφορές της πόλεως στις πηγές


   Η Μελίβοια, περίφημη πόλη της αρχαίας Μαγνησίας, αναφέρεται στις πηγές σε έξι περιπτώσεις:

   α) Από τον Όμηρο στον κατάλογο των πλοίων (Νεών Κατάλογος, 1190 π.Χ.) ως πατρίδα του ήρωα Φιλοκτήτη, γιου του βασιλιά Ποίαντα και της Δημώνασσας, ο οποίος έλαβε μέρος στην Τρωική εκστρατεία με επτά πλοία.    

   Τα πλοία αυτά αποτελούσαν την συμμετοχή των πόλεων Μελίβοια, Μηθώνη, Ολιζών και Θαυμακία, στην μεγαλύτερη ναυτική επιχείρηση των Ελλήνων κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους και ήταν επανδρωμένα με πολεμιστές απαράμιλλους στο τόξο και στην πάλη (1190 π.Χ.).

   β) Από τον Ηρόδοτο, που αναφέρει ότι πολλά από τα συντρίμμια του στόλου του Ξέρξη που καταστράφηκε το 480 π.Χ. στη Σηπιάδα ακτή της Μαγνησίας, έφθασαν ως τη Μελίβοια, μετά την σύγκρουση των στό­λων Ελλήνων και Περσών στο Αρτεμίσιο.

   γ) Από τον Πλούταρχο, που περιγράφει την ωμότητα του «ανήκε­στου και θηριώδους» τυράννου των Φερών Αλεξάνδρου, ο οποίος το 367 ή 366 π.Χ. έσφαξε Μελιβοιείς, άνδρες και εφήβους, ενώ βρίσκο­νταν συγκεντρωμένοι στην Εκκλησία του Δήμου, πράγμα που έκανε και στη Θεσσαλική πόλη Σκοτούσσα.

   δ) Με την ίδρυση της Δημητριάδος από τον Δημήτριο τον Πολιορ­κητή (292 π.Χ.) η Μαγνησία χωρίσθηκε σε δύο μέρη. Η Μακεδόνικη κυριαρχία στην περιοχή, σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Πολύαινου επι­βάλλεται αρχικά από τον Φίλιππο τον Β' (357 π.Χ.). Στο βόρειο ελεύ­θερο τμήμα της Μαγνησίας (που δεν ήταν κάτω από τον μακεδόνικο έλεγχο) πρέπει να συμπεριλαμβανόταν και η Μελίβοια.

   ε) Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος αναφέρει, ότι το 169 π.Χ. η Ρώμη έστειλε τον Μάρκο Ποπίλιο με πέντε χιλιάδες στρατιώτες να καταλάβει την Μελίβοια αλλά, όταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Περσέας έστειλε τον αξιωματικό του Ευφράνορα με δύο χιλιάδες επίλε­κτους στρατιώτες και με την εντολή να εισβάλει κρυφά στην Δημητριά­δα, αφού προηγουμένως διώξει τους Ρωμαίους από την Μελίβοια, ο ρωμαϊκός στρατός, πανικοβλήθηκε, και έλυσε την πολιορκία της Μελίβοιας το έτος 169 π.Χ.

   στ) Σύμφωνα με πληροφορίες επίσης του Τίτου Λίβιου, αμέσως μετά την μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., ο στρατηγός Γναίος Οκτάβιος κατέλαβε και κατέστρεψε ολοκληρωτικά την Μελίβοια. Έκτοτε η άλλο­τε ονομαστή πόλη φαίνεται ότι έπαψε να υπάρχει καθόσον δεν μνημονεύεται να έπαιξε κάποιο ρόλο στην μετέπειτα μακρόχρονη περίοδο της ρωμαιοκρατίας στην Θεσσαλία.


3. Ονόματα Μελιβοιέων σε επιγραφές (του 4ου, 3ου και 2ου αι. π.Χ.)


   Ονόματα Μελιβοιέων από επιγραφικές μαρτυρίες είναι μέχρι σήμερα, γνωστά τρία:


   α) Το όνομα Μικίνη Μελιβοιέα σε επιτύμβια στήλη, που βρέθηκε στη θέση «Λόχα» της Αττικής (4ο αι. π.Χ.).

   β) Το όνομα του «Θεοκλή Θερσίτου Μελιβοιέα» συναντούμε σε τιμητικό   ψήφισμα της πόλης Ιασού της Καρίας της Μικρός Ασίας.

   γ) Η τρίτη επιγραφή βρέθηκε εντοιχισμένη στο τουρκικό φρούριο του Βόλου. Είναι επιτύμβια στήλη του 2ου π.Χ. αι. και μόνη αυτή μας δίνει το θηλυκό του εθνικού: ΗΡΩΙΣΣΕΙ ΠΑΡΜΕΝΙΣΚΑ ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΜΕΛΙΒΟΪΣΣΑ

(Μελιβοεύς-Μελιβοιάς)


Β. Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ


(Κατά τους συγγραφείς της περιόδου 1190-168 π.Χ.)


1) Σε πέντε σημεία ορίζουν την θέση της Μελίβοιας οι συγγραφείς της περιόδου από τον 12ο αι. (1190 π.Χ.)-2ο αι. (168 π.Χ.):


α) Παραλιακή πόλη της Μαγνησίας: Σκύλαξ, Ηρόδοτος, Απολλώ­νιος Ρόδιος, Στράβων, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Πλίνιος, Λουκρήτιος, Πομπώνιος Μέλας, Ορφικά, Σχόλια της του Ομήρου Ιλιάδος.

β) Πόλη της Θεσσαλίας: Λουκρήτιος, Λίβιος, Σέρβιος, Στέφανος Βυζάντιος.

γ) Κάτω από το Πήλιο: Ηρόδοτος, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Σχό­λια της του Ομήρου Ιλιάδος.

δ) Υπό τους Πρόποδες της Όσσας: Λίβιος.

ε) Στον μεγάλο κόλπο μήκους 200 σταδίων μεταξύ Όσσης και Πηλίου: Στράβων.


2. Κριτική των απόψεων


  Κρίνοντας τις πέντε φαινομενικά διαφορετικές τοποθετήσεις της Μελίβοιας όπως ορίζονται από τους αρχαίους συγγραφείς έχω να παρατηρήσω τα εξής:

Ενώ σήμερα, χαρακτηρίζοντας μια βουνοκορφή ενός ορεινού όγκου λέμε Πλιεσίδι, Ξεφόρτι, Φλαμούρι, Μαυροβούνι, Κοΰτζιμπος, κ.λπ. οι αρχαίοι, δεν κάνανε τη διάκριση αυτή και λέγανε Πήλιο όλες τις βουνοκορφές από το πάνω μέρος του σημερινού Βόλου και του Τρίκερι ως το ακρωτήριο Δερματάς, δηλαδή ως τα νοτιοανατολικά ριζά της Όσσας (Κορδάτος, βλ. Ηρόδ. VII, 129).

   Έτσι δυνάμεθα τις πέντε θέσεις των ιστορικιον να τις θεωρήσουμε φαινομενικά διαφέρουσες εκφράσεις μιας θέσεως και να δεχθούμε ότι, η Μελίβοια ήταν παραλιακή πόλη της Θεσσαλικής Μαγνησίας, στους πρόποδες της ανατολικής Όσσας που θεωρούνταν τότε ως συνεχίζουσα το Πήλιο, αργότερα Βουνό των Κελλίων, σήμερα, Κίσσαβος και πιο συγκεκριμένα στον κόλπο των 220 σταδίων ή 42 χλμ. πιθανότατα μετα­ξύ Σκιαθά και Κάστρου Βελίκας, δηλ. μεταξύ Πηλίου και Όσσης.


Γ. Η θέση της πόλεως κατά τους ιστορικούς και περιηγητής του 19ου αιώνος μ.Χ.


1. Πιθανολογείται ότι ευρίσκεται σε επτά διαφορετικά σημεία.


   α) Βίγλα (Ν. Γεωργιάδης, Wace, Tam, Hignett), στις υπώρειες της Όσσας, 2 χλμ. από τη θάλασσα.

   β) Κάστρο Βελίκας (Leak, Λίβιος, Στράβων), πλησίον της Ι.Μ. του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

   γ) Παλιόκαστρο Σκήτης (Mezieres, Tozer, Lolling) στα βορειοανα­τολικά πρόβουνα της χαμηλής οροσειράς Μαυροβούνι, 6 χλμ. από τη θάλασσα.

   δ) Κάστρο Σκιαθά Κάτω Πολυδενδρίου (Woodward, Ν. Γιαννό­πουλος, Μ. Ιντζεσίλογλου).

   ε) Θε'ση Σκιαθά (επίνειο) Παλαιόκαστρο Σκήτης, ή πόλις, (Κορδάτος-Stahlin).

   στ) Θέση Σκιαθά (πόλις) Μετατόπισης 168 π.Χ. εις Σκήτη (Biesantz, Pritchett, Ν. Παπαχατζής).

   ζ) Παλιόκαστρο Νεοχωρίου Αγιας (Πλασιά) (S. Backhuizen) (στην ενδοχώρα,30 χλμ. από την θάλασσα).


2. Απόπειρα ταύτισης της πόλεως


   Γενική παρατήρηση επί της ποικιλομορφίας των απόψεων των νεό­τερων ιστορικών περιηγητών είναι ότι, η διαφορά προκύπτει επειδή οι μαρτυρίες των αρχαίων πηγών για την θέση της αρχαίας Μελιβοίας είναι αποσπασματικές και ασαφείς. Όταν μάλιστα οι μαρτυρίες των πηγών, δεν επιβεβαιώνονται με σαφείς αρχαιολογικές ενδείξεις, οι γνώμες των ερευνητοτν επιστημόνων είναι θεωρητικές.

   Κρίνοντας λοιπόν τις απόψεις των ερευνητών, με βάση τα ανασκα­φικά συμπεράσματα του αρχαιολόγου κ. Αθ. Τζιαφάλια, την εμπειρική διάκριση και γνώση του κ. Δημ. Αγραφιοότη και την προσπάθεια ταύτι­σης της θέσεως της Μελίβοιας το 1985 από τον κ. Χαρ. Ιντζεσίλογλου, δυνάμεθα, αποκλείοντας τρεις εκ των πιθανολογούμενων θέσεων, να προβληματισθούμε επί των δύο υπολοίπων διά την επικρατέστερη εξ αυτών, πλησιάζοντας κατά το δυνατόν την αλήθεια, στην προσπάθεια μας να ταυτίσουμε γεωγραφικά την πόλη.

Οι τρεις αποκλειόμενες θέσεις είναι το Παλιόκαστρο Σκήτης, το Παλιόκαστρο Νεοχωρίου και η Βίγλα.

   Η πρώτη θέση Παλαιόκαστρο Σκήτης είναι βυζαντινό ισχυρό φρού­ριο, ιδανικό για τη φύλαξη της διόδου Αγιόκαμπος-Αγιά-Λάρισα. Καλύπτει έκταση διακοσίων περίπου στρεμμάτων. Κάστρο που οικοδο­μήθηκε στα βυζαντινά χρόνια, δεν φαίνεται να περιέκλειε πόλη, διότι δεν υφίστανται ερείπια κατοικιών στο εσωτερικό και δεν υπήρχε κατά τον κ. Τζιαφάλια καμιά παλαιότερη κατοίκηση. Δεν είναι παλαιότερο του 12ου-13ου αι. μ.Χ.

   Η δεύτερη θέση Παλαιόκαστρο Νεοχωρίου, που παρουσιάζει αρχαιολογικά ευρήματα χρονολογούμενα από τις αρχές του 6ου αι. π.Χ. μέχρι το τέλος του 5ου αι. π.Χ. είναι βέβαιο ότι εγκαταλείφθηκε στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., χωρίς να κατοικηθεί ποτέ σε νεότερες εποχές, είναι δε και πολύ μακριά από την θάλασσα.

   Η τρίτη θέση είναι η Βίγλα στην κορυφή του ακρωτηρίου Δερματάς. Πρόκειται για ερείπια παρατηρητηρίου με υποτυπώδη οχύρωση των βυζαντινών χρόνων.

   Η μικρή οχύρωση στη θέση Μολύβια, στη δίοδο Παλιουριάς-Μελί-βοιας, ονομασία που θεωρήθηκε παραφθορά του ονόματος Μελίβοια, είναι των Ελληνιστικοί χρόνων. Ίσως πρόκειται για κάποιο μικρό μακεδόνικο φρούριο, επειδή η εγκατάσταση απλώνεται σε έκταση 8-10 στρέμμ. μόνον. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγος για ταύτιση της θέσης αυτής με την αρχαία Μελίβοια.

   Γενικά και για τις τρεις περιπτώσεις κατά τον κ. Τζιαφάλια, δεν συμβαδίζουν οι μαρτυρίες των πηγών με την αρχαιολογική βάση.

Ερχόμεθα τώρα στη θέση Σκιαθάς του Κάτω Πολυδενδρίου. (Νότιο άκρο του λεγόμενου κόλπου της Μελίβοιας στην παράλια περιοχή του Κάτο) Πολυδενδρίου Σκήτης).2 Ο αρχαιολόγος Χ. Ιντζεσίλογλου ανα­φέρει ότι η μόνη τοποθεσία που ανταποκρίνεται σε όλα σχεδόν τα στοι­χεία και τις πληροφορίες που δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς για τη θέση της αρχαίας Μελίβοιας, είναι το μικρό Κάστρο του Σκιαθά, το οποίο βρίσκεται σε θέση ικανή να ελέγχει τη δίοδο προς τις νοτιότερες υπώ­ρειες του Μαυροβουνίου-Β. Πηλίου:


   α) Βρίσκεται μεταξύ Πηλίου και Όσσας.

   β) Ήταν πόλη παραλιακή σε κόλπο μήκους πάνω από διακόσια στάδια και κοντά της υπήρχε μια θυελλώδης ακτή και αμμουδιά (Αγιό-καμπος). (Από το ακρωτήριο Δερματάς έως το ακρωτήριο Πουρί=42 χλμ. δηλ. 200 στάδια).

   γ) Είναι θέσις ελέγχου της παραλίας του Αγιοκάμπου και του δρό­μου προς Νότον.

   δ) Ανταποκρίνεται στην περιγραφή του Λίβιου της πολιορκίας του 169 π.Χ.

   ε) Από τον χώρο του Κάστρου προέρχονται τα πιο σημαντικά ευρή­ματα από όλες μαζί τις παράλιες πόλεις της προς το Αιγαίο Πέλαγος Μαγνησίας. (Με πρώτη την ενεπίγραφη κεραμίδα με σφράγισμα «Δημαία Μελιβοαίων» ή «Δημέα Μελιβοέα»).

   Οι νεότερες όμως εργασίες καθαρισμού που έγιναν από την ΙΕ' Εφ. Προϊστορικο5ν και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και τα αρχαιολογικά στοι­χεία, που ο κ. Τζιαφάλιας συγκέντρωσε, αποδεικνύουν ότι στη θέση Σκιαθάς δεν βρισκόταν η Αρχαία Μελίβοια διά τους ακόλουθους λόγους:


   1. Δεν υπάρχει μυκηναϊκός πυρήνας που να συνδέει τη θέση με την αρχαία μυθολογική παράδοση.

   2.  Από την περίοδο που αναπτύχθηκε, όπως είδαμε, η ιστορική Μελίβοια, μετά τα μέσα του 5ου αι. π.Χ., δεν βρέθηκε κατά τις ερευνη­τικές εργασίες εδώ κανένα ίχνος ζωής.

   3. Ο περιβάλλων χώρος είναι ορεινός και αντενδείκνυται για καλ­λιέργεια αμπέλου, που γνωρίζουμε ότι ήταν η κύρια απασχόληση των Μελιβοιέων.

   4. Η έκταση του οικισμού είναι πολύ μικρή, μόνον 55 στρέμματα, εκ των οποίων το 20% είναι απότομοι βράχοι και ως εκ τούτου δεν θα μπο­ρούσε εδώ να αναπτυχθεί μια οργανωμένη πόλη με Δημόσιες λειτουρ­γίες (Εκκλησία του Δήμου-Αγορά).

   Θα μπορούσε όμως να αποτελεί το επίνειο μιας μεγάλης πόλεως, διότι έχουμε μικρό αρχαίο οικισμό με μεγάλη εμπορική δραστηριότητα.    

   Εξετάζοντας, τέλος, το Κάστρο της Βελίκας διαπιστώνουμε ίχνη οχύρωσης που κατά την γνώμη των κ. Τζιαφάλια και Αγραφιώτη είναι από τον 4ο αι. π.Χ. με μεταγενέστερες επισκευές των παλαιοχριστιανι­κών και των Βυζαντινών χρόνων. Δηλαδή υπάρχει βυζαντινό κάστρο, το οποίο στηρίζεται σε οχύρωση των Ελληνιστικών χρόνων.

   Η έρευνα στην ευρύτερη περιοχή οδηγεί στην διαπίστωση ότι η κατοίκηση ήταν συνεχής και από παλαιότερους του 4ου αι. π.Χ. χρό­νους, διότι η πεδινή έκταση περιμετρικά από τον λόφο που αριθμεί πάνω από 200 στρέμμ. είναι κατάσπαρτη από όστρακα τον κλασσικών και των Ελληνιστικών χρόνων.

   Δημοσιεύσαμε ήδη αρχιτεκτονικά μέλη προερχόμενα από παλαιο­χριστιανική βασιλική, κιβωτιόσχημους και καλυβίτες τάφους στα πρανή του λόφου και στην πέριξ της μονής του Θεολόγου (Αγ. Ιωάννου) περιοχή ή από το προσχωσιγενές πεδινό τμήμα μέχρι τη θάλασσα.

   Επίσης δεν είναι ασήμαντο να κατατεθεί το γεγονός ότι οι ψαρά­δες του σύγχρονου οικισμού της Βελίκας χρησιμοποιούσαν μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, προτού κατασκευασθεί το σύγχρονο λιμάνι, ως καταφύγιο των πλοιαρίων τους, τους φυσικούς ορμίσκους της θέσης Σκιαθάς, οι οποίοι είναι οι μόνοι σε όλη την αλίμενη περιοχή του Αγιοκάμπου, παρόλο που η απόσταση είναι 9-10 χιλιόμετρα.

   Ο γνωστός αρχαιολόγος Αθαν. Τζιαφάλιας ο οποίος, εάν δεν απου­σίαζε στο εξωτερικό, θα μας έλεγε ο ίδιος όσα εγώ σήμερα προσπαθώ να σας αναπτύξω, στην εργασία του με τίτλο «Αναζητώντας την αρχαία Μελίβοια», καταλήγει θέτοντας ερωτηματικά για την ταύτιση της πόλε-ως με το Κάστρο της Βελίκας και λέγοντας τα εξής:


«Μήπως εδώ ήταν η αρχαία Μελίβοια και η θέση Σκιαθάς ήταν το επίνειο της, το οποίο χρησιμοποιούνταν από τους αρχαίους Μελιβοιείς μετά τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. όπως σήμερα; Τίποτα ακόμα δεν είναι βέβαιο, γιατί οι επιφανειακές έρευνες σε μια περιοχή με πυκνή, σχεδόν απροσπέλαστη, βλάστηση δεν εξασφαλίζουν απόλυτα θετικά συμπερά­σματα. Ωστόσο, το μόνο βέβαιο νομίζω είναι ότι η αρχαία Μελίβοια βρί­σκεται μέσα στη ζώνη της παραλίας του Αγιοκάμπου και περιμένει να αντικρίσει το φως».


   Στην περίπτωση, λοιπόν, όπου, κατόπιν έρευνας, δικαιωθεί η άποψη του W.M. Leak, ο οποίος τοποθετούσε εδώ την Μελίβοια, ο Δημ. Αγραφιώτης θεωρεί ότι συνέχεια της αρχαίας Μελίβοιας είναι η Παλαιοχριστιανική Κενταυρόπολις. καθιός τούτο υποδηλώνεται από τμήματα του τείχους, αρχιτεκτονικά μέλη-υπολείμματα παλαιοχριστια­νικής βασιλικής με ψηφιδωτό δάπεδο σε χώρο παραλιακής κατοικίας στην Βελίκα, νόμισμα των μέσων του 6ου αι. και βαρβαρικά νομίσματα σχήματος φακής.



Δ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ


   Κατά την ταπεινή μου γνώμη και συμπληρώνοντας μόνο τις γνώμες των ειδικών επιστημόνων πιστεύω ότι, θα μπορούσε η Αρχαία Μελί-βοια να έχει ως ακρόπολη το Κάστρο της Βελίκας, διότι:

   α) Ταυτίζεται γεωμορφολογικά με τις αναφορές των πηγών (αρχαί­ων ιστορικών) και είναι δυνατόν να είχε αναπτυχθεί στην αρχή του μεγάλου θαλάσσιου κόλπου μήκους 200 σταδίων, δηλαδή μεταξύ Δέρ­ματα και Σκιαθά.

   β) Εάν, μετά από ανασκαφές ανευρεθούν ίχνη πόλεως των μυκηναϊκών και των ιστορικών χρόνων στα πρανή του Κάστρου και κατωτέ­ρω, φαίνεται εφικτό εξ επόψεως χώρου 2.000 άνδρες Μελιβοιείς να ευρίσκονται συγκεντρωμένοι στην Εκκλησία του Δήμου, ώστε ομαδικά να θανατωθούν από τον Αλέξανδρο των Φερών το 366 π.Χ.

   γ) Υπάρχει μεγάλη γόνιμη έκταση (χωματοβούνια) στις υπώρειες της Όσσας Ν.Α. του Κάστρου της Βελίκας, ώστε να δικαιολογείται η ύπαρξη καλλιεργειών αμπέλου και μεγάλης παραγωγής οίνου.

   δ) Εάν τα λαξεύματα στους βράχους του όρμου Κρυψιάνα στη θέση Σκιαθάς, οι τετράγωνοι τόρμοι για την τοποθέτηση αναθηματικών στη-λιόν και οι ευθυντηρίες κτιρίων είναι ενδείξεις υπάρξεως λιμενικών εγκαταστάσεων, δια να θεωρήσουμε ότι η πόλις χρησιμοποιούσε δύο φυσικούς ορμίσκους για τον λιμενισμό των πλοίων στο μέχρι και σήμε­ρα λεγόμενο Αυλάκι, πρέπει νομίζω, να ερευνηθεί και η πιθανότητα λιμενισμού των πλοίων της Μελίβοιας κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους στον όρμο της Παλιουργιάς. Διότι αν ο όρμος Παλιουργιάς (το σημερι­νό ρέμα) ή χείμαρρος, λειτουργούσε υπό άλλην μορφολογία σαν φυσι­κό και ασφαλές λιμάνι, είμεθα πιο κοντά στην ταύτιση της πόλεως γνωρίζοντας και τον Ταρσανά της.


_________________________________________________________________________________
Νεκτάριος Δρόσος, Η Ιστορική Μελιβοία, εκδ. Φύλλα, Μελιβοία 2006, σελ 15-23

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Αρχαιολογικοί χώροι στο Δήμο Μελιβοίας


Γράφει η Αρχαιολόγος Σταυρούλα Σδρόλια στην επίσημη ιστοσελίδα του Δήμου Μελιβοίας http://www.melivoia.gr/.

ΔΗΜΟΣ ΜΕΛΙΒΟΙΑΣ –ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΑ

Στον Ανατολικό Κίσσαβο και το Μαυροβούνι αναπτύχθηκαν στο παρελθόν σημαντικοί οικισμοί, ευνοημένοι από τα άφθονα νερά, την ασφάλεια που προσέφερε η πυκνή δασοκάλυψη και τον πλούτο της θάλασσας. Εκμεταλλεύθηκαν, όπως ήταν φυσικό, τα λίγα αλλά εύφορα εδάφη στις μικρές κοιλάδες και τις ομαλές πλαγιές του Κούτζιμπου, με κύρια καλλιέργεια εκείνη της αμπέλου και αξιοποίησαν τους θαλάσσιους δρόμους για τη διάθεση των προιόντων τους. Στην αρχαιότητα το κέντρο της περιοχής αποτελούσε η πόλη της Μελίβοιας, τοποθετημένη στην ευρύχωρη παραλία της Βελίκας, με διάσπαρτες κώμες στο Σκιαθά, Πολυδένδρι, Παλιουριά. Στη βυζαντινή περίοδο δημιουργούνται ανθηροί οικισμοί στη Σκήτη και τη σημερινή Μελίβοια αλλά η περιοχή του Κισσάβου γίνεται γνωστή κυρίως για το πλήθος των μοναχών της, που της έδωσαν το ΄ονομα Όρος των Κελλίων. Έχουν επισημανθεί δεκάδες ερείπια μοναστηριών, κρυμμένα μέσα στην πυκνή βλάστηση, μερικά από τα οποία έχουν ερευνηθεί ανασκαφικά και είναι επισκέψιμα. Μέχρι τον 15ο αιώνα οι οικισμοί λαμβάνουν την  οριστική τους διαμόρφωση, αποτραβηγμένοι από την παραλία (Μελίβοια, Σωτηρίτσα, Σκήτη και Σκλήθρο) και διατηρούν αξιόλογες μορφές παραδοσιακού πολιτισμού.

Α. ΑΡΧΑΙΑ ΜΝΗΜΕΙΑ


1.Θέση Μολύβια ανατολικά της Μελιβοίας. Σε στενό πέρασμα του δρόμου προς την παραλία της Παλιουριάς διατηρούνταν παλαιότερα αρχαία λείψανα. Εδώ τοποθετείται από ορισμένους ερευνητές κάποιος οικισμός της ελληνιστικής περιόδου, σχετικός με την αρχαία Μελίβοια.

2.Κάστρο Βελίκας.
Βρίσκεται σε κατάφυτο λόφο στη βόρεια άκρη της παραλίας της Βελίκας και δίπλα στη μονή του Θεολόγου. Μοναδική οχυρωματική θέση, που έλεγχε όλη την παραλία από το Δερματά μέχρι το Μαυροβούνι και απετέλεσε, σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, τη θέση της αρχαίας Μελιβοίας. Διατηρεί οχύρωση τριών περιόδων, από την αρχαία μέχρι την κυρίως βυζαντινή περίοδο. Στους πρόποδες του λόφου υπήρχαν τα νεκροταφεία, ενώ η πόλη θα πρέπει να απλωνόταν στην ελεύθερη έκταση μέχρι την παραλία.
Σε πρόσφατο καθαρισμό των τειχών αναδείχθηκε οχύρωση έκτασης 25 στρεμμάτων, κτισμένης κατά το μεγαλύτερο μέρος στην παλαιοχριστιανική περίοδο. Στην ίδια περίοδο τοποθετούνται και τα κτίσματα που σώζονται στο εσωτερικό του κάστρου. Τα τείχη είναι κτισμένα με με μεσαίου μεγέθους λίθους συνδεδεμένους ακανόνιστα με ισχυρό ασβεστοκονίαμα και έχουν πλάτος 2μ. Καλύτερα διατηρείται η ανατολική και νότια πλευρά με μέγιστο ύψος 3μ.
Στη βάση των τειχών διατηρούνται μικρά τμήματα από ορθογώνιους κατεργασμένους λίθους που σχηματίζουν κανονικές σειρές και σε μερικά σημεία ακολουθούν διαφορετική κατεύθυνση από το κυρίως τείχος, Πρόκειται για την παλαιότερη φάση των τειχών, που θα μπορούσε να χρονολογηθεί στην ελληνιστική περίοδο
Τέλος, στη μεσοβυζαντινή περίοδο η οχύρωση ενισχύθηκε με πρόσθετο τείχος και τετράγωνους πύργους, με εμφανή χρήση τούβλων.

3. Σκιαθάς Αγιοκάμπου. Οχυρωμένος οικισμός του 3ου αι. π.Χ., που αποτελούσε εμπορικό κέντρο με σπουδαίο λιμάνι, πιθανόν επίνειο της αρχαίας Μελιβοίας.

Β. ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ

1.Κόκκινο Νερό.
Στα βόρεια του οικισμού υψώνεται το βυζαντινό κάστρο, ενώ πλήθος βυζαντινών μοναστηριών έχουν επισημανθεί στην περιφέρειά του.
Στο δήμο Μελιβοίας ανήκει το νότιο τμήμα του οικισμού (περιοχή Μητσιάρες), δίπλα στο ρέμα του Κόκκινου Νερού, όπου ανασκάφηκε μεγάλος βυζαντινός ναός, που ανήκε στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλλο και χρονολογείται στον 12ο αιώνα. Το ιερό σώζεται σε ύψος και διατηρεί τη χαρακτηριστική βυζαντινή δόμηση «της κρυμμένης πλίνθου», ενώ στο νάρθηκα υπήρχαν κτιστοί τάφοι, προφανώς επώνυμων ιερωμένων. Γύρω από το ναό σώζονται ερείπια κτισμάτων, που δείχνουν ότι στο χώρο λειτούργησε βυζαντινή μονή.
Στο οικόπεδο του ιερέα Τσανάκα διατηρείται το ιερό βήμα άλλης βυζαντινής εκκλησίας.

2.Βυζαντινή μονή στη θέση Μονόπετρα της Κουτσουπιάς.
Πρόκειται για αξιόλογη μονή του 12ου αιώνα, που ανασκάφηκε μέσα στο δάσος. Σώζεται επιμήκης ναός που καλυπτόταν με καμάρα, ενώ ο νάρθηκας διέθετε αρκοσόλια που περιείχαν ταφές. Υπάρχουν τα ίχνη του περιβόλου με τα κελλιά, ενώ στη ΒΔ. γωνία βρέθηκε καλοκτισμένο ισχυρό κτίριο, που ταυτίσθηκε με ληνό (το πατητήρι της μονής).  Στο συγκρότημα φθάνει κανείς μετά από πορεία 5 λεπτών από την πολυσύχναστη παραλία της Κουτσουπιάς.

3.Παλιουριά, βυζαντινός ληνός
Μεγάλο κτίριο, του 12ου αιώνα, που αποτελούσε μέρος ευρύτερης εγκατάστασης ληνών. Στην Παλιουριά τοποθετείται σημαντικός παραλιακός οικισμός, πιθανόν ο αρχαίος Ριζούς, ενώ βρέθηκε επίσης μεγάλη βυζαντινή μονή στο κτήμα Γουργιώτη, από την οποία προέρχεται εντυπωσιακό μαρμάρινο υπέρθυρο, που φυλάσσεται στη Συλλογή Αγιάς.

4. Βυζαντινή μονή στο ακρωτήριο Δερματάς.
Μοναστικό συγκρότημα του 12ου αιώνα, με ναό, οχυρωματικό περίβολο και πλήθος κτισμάτων, που βρίσκεται δίπλα στην παραλιακή οδό, σε πλεονεκτική γεωγραφική θέση. Ο ναός είναι μονόχωρο κτίσμα με νάρθηκα και παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα να διαθέτει δύο καμαροσκέπαστους χώρους κάτω από το ιερό. Η περιοχή είναι γνωστή από παλιά ως λουτρό και είναι πιθανόν ότι σώζονται και άλλα βυζαντινά κτίρια στον περιβάλλοντα χώρο.

5.Βυζαντινά μοναστήρια στο όρος Κούτζιμπος
Σώζονται αρκετά ερείπια που δείχνουν ότι υπήρχε πλήθος μοναστηριών, όπως για παράδειγμα στις θέσεις Βίγλα, Οστροβός, Σαίτες, Παλιοπήγαδα, Καρούτες, Κόκκινη Εκκλησιά, Παλιοθεολόγος, Σκάλα Παναγιά, Άλλη Χώρα και άλλες. Στις περισσότερες θα κτιριακά λείψανα έχουν ισοπεδωθεί με σκοπό τη δενδροκαλλιέργεια αλλά σώζονται ανάγλυφα αρχιτεκτονικά μέλη στην Αρχαιολογική Συλλογή Αγιάς

6.Μονή Αγίου Ιωάννη Θεολόγου
Ο σημερινός ναός είναι αξιόλογο αρχιτεκτόνημα στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλλο. Κτίσθηκε το 1851 και αγιογραφήθηκε το 1857 από Σαμαριναίους ζωγράφους. Υπήρξε το μεγαλύτερο μοναστήρι της ευρύτερης περιοχής και διέθετε μεγάλη κτηματική περιουσία.
6α. Η βυζαντινή φάση της μονής Θεολόγου εντοπίσθηκε ψηλότερα, στον Κούτζιμπο αλλά έχει καταστραφεί. Εδώ βρέθηκε μεγάλος θησαυρός χρυσών νομισμάτων της εποχής των Κομνηνών, τα οποία θα εκτεθούν στο Νέο Αρχαιολογικό και Βυζαντινό Μουσείο Λάρισας.

7.Παναγία Βελίκα
Στη δυτική άκρη του οικισμού και δίπλα στο δρόμο για τη Σωτηρίτσα βρίσκεται ο μοναδικός βυζαντινός ναός της περιοχής, που σώθηκε ακέραιος από τον 12ο αιώνα. Είναι μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός και διαθέτει τοιχογραφίες του 16ου αιώνα στο ιερό.


8.Παραλία Αγιοκάμπου – Βελίκας
Τουλάχιστον τρείς βυζαντινοί ναοί έχουν εντοπισθεί σε παραλιακές θέσεις, ένας  στον Αγιόκαμπο (περιοχή νεροτσουλήθρας)  ένας στην Κάτω Σωτηρίτσα (γύρω από την παλιά ταβέρνα του Βλάχου) και ένας στη Βελίκα (κτήμα Καλαγιά). Ανασκαφική έρευνα δεν έγινε αλλά επιφανειακά αρχιτεκτονικά μέλη έχουν μεταφερθεί στην Αρχαιολογική Συλλογή Αγιάς.

9.Ναός Μεταμόρφωσης στην Άνω Σωτηρίτσα
Δίπλα στη περιπατητική διαδρομή Σωτηρίτσας-Μελιβοίας βρίσκεται μεταβυζαντινό ναύδριο, που ανακαινίσθηκε πρόσφατα. Είναι κτισμένο με τα βυζαντινά υλικά παρακείμενης μονής και εντοιχισμένα βυζαντινά γλυπτά.

10.Σωτηρίτσα, Ασκηταριό Αγίου Παντελεήμονα
Βρίσκεται στα δυτικά του οικισμού, και είναι σκαμμένο σε βράχο με θέα προς το λεκανοπέδιο της Αγιάς. Οι τοιχογραφίες που διατηρούνται σήμερα ανήκουν στον 16ο αιώνα.

11.Κάστρο Σκήτης
Μεγάλος οχυρωμένος οικισμός της βυζαντινής περιόδου (έκτασης 130 στρεμμάτων), με εξαιρετική θέα τόσο προς την παραλιακή διαδρομή όσο και προς την κοιλάδα της Αγιάς. Εδώ τοποθετείται από πολλούς συγγραφείς η βυζαντινή πόλη Κενταυρόπολη, τα τείχη της οποίας ανακαίνισε ο Ιουστινιανός.
Μεγάλο μέρος των τειχών τοποθετείται στην παλαιοχριστιανική περίοδο και είναι κτισμένα με μεσαίους και μεγάλους λίθους σε ασβεστοκονίαμα. Η δόμηση γίνεται κατά ζώνες ύψους 70 εκ. και φθάνει σε ύψος τα 3 μ. Στην ανατολική πλευρά διατηρείται διαφορετική φάση με μικρότερους λίθους και κομμάτια τούβλων, που χρονολογείται στη μεσοβυζαντινή περίοδο. Εδώ ανήκει και ο χαρακτηριστικός ημιερειπωμένος πύργος, που δεσπόζει στην περιοχή.

12. ‘Αγιος Αθανάσιος Σκήτης
Μεταβυζαντινός ναίσκος σε θαυμάσια τοποθεσία με τοιχογραφίες του 18ου αιώνα.

13. Μελιβοία, Ν.Παναγίας


Αξιόλογο κτίριο με μία ημικυκλική αψίδα, που διατηρεί τοιχογραφίες των αρχών του 19ου αιώνα και αξιόλογη συλλογή μεταβυζαντινών εικόνων.

14. Πολυδένδρι, Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου
Βρίσκεται σε ειδυλλιακή περιοχή μέσα στο πρώην βασιλικό κτήμα, όπως και η μονή Γεννήσεως. Ο ναός κτίσθηκε το 1568 και φέρει τοιχογραφίες του 17ου αιώνα.

15.Πολυδένδρι,ΜονήΓεννήσεωςΘεοτόκου
Ο ναός είναι κτίριο του 16ου αιώνα, με αξιόλογη ζωγραφική του 1590, τμήμα της οποίας έχει αποτειχισθεί για συντήρηση. Εδώ εργάσθηκε ένας από τους πλέον αξιόλογους ζωγράφους της περιοχής Αγιάς με έξοδα της οικογένειας του ….. Ο ίδιος αναφέρεται και στο τέμπλο, το οποίο μεταφέρθηκε στη Λάρισα για συντήρηση και ανήκει στον πρώιμο τύπο μεταβυζαντινών τέμπλων με ζωγραφιστή ανθική διακόσμηση αντί ξυλόγλυπτης.


Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

Αινίγματα του Χωριού Μελιβοία Λαρίσης

Ο καθένας θα θυμάται κάποιο αίνιγμα που θα άκουσε προφανώς από κάποιο φίλο ή οικογενειακό μέλος (συνήθως παππούδες και γιαγιάδες). Επομένως σε όλους μας είναι γνωστά τα αινίγματα. Από πού προέρχονται όμως; τι ακριβώς είναι; πόσο παλαιά είναι; για ποιο λόγο τα λέμε; Είναι ερωτήματα που με απασχόλησαν και με οδήγησαν στη μελέτη για το τι ακριβώς είναι το αίνιγμα.
Μια αρχική προσέγγιση για τη λέξη αίνιγμα μπορούμε να εντοπίσουμε σε οποιοδήποτε λεξικό: «λόγος ή φράση που δεν ορίζει συγκεκριμένα τι εννοεί»
Η λέξη αίνιγμα προέρχεται από το ρήμα αινίσσομαι που σημαίνει υπονοώ και το ουσιαστικό αίνος = μύθος. Είναι αλληγορικές περιγραφές ενός πράγματος που έχουν τη μορφή του ερωτήματος που απαιτεί λύση.
Με μια αναδρομή στο χρόνο εντοπίζουμε τα αινίγματα στην αρχαία Ελλάδα, στα συμπόσια των ελεύθερων ανδρών, όπου εκτός των φιλοσοφικών συζητήσεων και τα αινίγματα είχαν το χρόνο τους κατά τη διάρκεια των συμποσίων. Το αίνιγμα δείχνει εξελιγμένο μυαλό τόσο για αυτόν που το παρουσιάζει όσο και για αυτόν που επιζητεί τη λύση, γι’ αυτό εντοπίζεται σε χρονικές περιόδους όπου η πολιτιστική εποχή και τάξη είναι σε κάποιο προχωρημένο επίπεδο.
Στη συνέχεια, στα Βυζαντινά χρόνια εντοπίζουμε επίσης αινίγματα. Τώρα πλέον βλέπουμε αινίγματα με θεολογικό ερώτημα όπως: τις δις απέθανε και απαξ εγεννήθη; - Ο Λάζαρος.
Τέλος στα νεοελληνικά χρόνια βλέπουμε αινίγματα, έξυπνα, με ποιητικό ύφος, αποτελούμενα από στοίχους (έμμετρα). Τα αινίγματα όπως ανέφερα και πρωτύτερα υπονοούν έννοιες και πράγματα, οπότε ανάλογα με τη γεωγραφική θέση του κάθε τόπου δημιουργούνται αινίγματα σχετικά με τις ασχολίες των κατοίκων. Παράδειγμα στο χωριό μας, «Μελιβοία», όπου οι ασχολίες των κατοίκων είναι ως επί το πλείστον αγροτικές (καστανιές, ελιές). υπάρχουν τα σχετικά αινίγματα:
«Σε πράσινο παλάτι, μαύροι καλοέροι (καλόγεροι) κάθονται κρυμμένοι» το οποίο εννοεί την τζούνα με το κάστανο,
«Μάννα και θυγατέρα, έχουν το ίδιο όνομα, τι είναι; Η ελιά.»
Σε χωριά του κάμπου, βλέπουμε διαφορετικά αινίγματα που σχετίζονται με τα τοπικά αγαθά και είναι άγνωστα σε ορεινούς ή παραθαλάσσιους οικισμούς, όπως «Ψηλός, ψηλός καλόγερος με τα πολλά πατώματα» που υπονοεί το καλάμι με τους κόμπους. Όπως και στους παραθαλάσσιους οικισμούς και σε νησιά όπου υπάρχει θάλασσα και η κάτοικοι ασχολούνται αποκλειστικά με το ψάρεμα και τα ειδικά σύνεργα του ψαρέματος, δημιούργησαν τα κατάλληλα αινίγματα. «Χιλιότρυπου, χιλιόκουμπου, χίλια να πεις δεν του καταλαβαίν’ς» που υπονοεί το δίχτυ του ψαρέματος.
Το γεγονός αυτό δεν είναι απόλυτο, διότι στο πέρασμα των χρόνων ο κόσμος μετακινείται από περιοχή σε περιοχή, από χωριό σε χωριό και μεταφέρει τις παραδόσεις, έθιμα, συνήθειες, επόμενος και τα αινίγματα.
Εδώ παραθέτω ορισμένα αινίγματα έτσι όπως τα άκουσα από τους ηλικιωμένους του χωριού μου, Μελιβοία. Το χωριό Μελιβοία βρίσκεται στο Νομό Λαρίσης στην Ανατολικές παρυφές του Κισσάβου. Όπως θα διαπιστώσετε παρακάτω, διατηρώ το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα του χωριού μου ώστε ο αναγνώστης να πάρει μια πρόγευση της ντοπιολαλιάς του χωριού μου:
- Πααίνει (πηγαίνει) ένας μικρός στη γειτόνισσα και λέει:
Θειά, μ' είπι η μάνα μου να μι δώσ' του τσίντζιλου του μίτζιλου, να τσιντζιλήσ' η μάνα μου και πάλι θα στου φέρου, τι είναι; Το καντάρι, παλάντζα (παλιό είδος ζυγαριάς)

- Όταν μπαίν' τρέμ', όταν βγαίν' στάζ', την κουπέλα την κουράζ', τι είναι; Ο κουβάς όταν μπαινοβγαίνει στο πηγάδι.

- Γι' αυτό κυράμ' σ' αγόρασα κι έδωσα τα λεφτά μου να σε χτυπώ τ' ανάσκελα να κάνω την δουλειά μου, τι είναι; Η κουπάνα (παλαιό σκεύος που πλένανε οι γυναίκες τα ρούχα ή το σκαφίδι που ζυμώνανε).

- Βγαίν' η γκόλιαρους (γυμνός) μπαίν' η μάλλιαρους, τι είναι; του τσιρέπ' (κάλτσα μάλλινη).

- Χίλιοι μύριοι καλοέροι (καλόγεροι) σ' ένα ράσο τυλιγμένοι, τι είναι; Το ρόιδο.

- Σπάζω πάγο, βρίσκω ασήμι, μεσ' στ' ασήμι βρίσκω χρυσάφι, τι είναι; Το αυγό.

- Τέσσερις καλοέροι (καλόγεροι) σ' ένα ράσο τυλιγμένοι, τι είναι; Το καρύδι.

- Μάντρα μαντρί χίλια πρόβατα χωρεί κι ένα πουδάρ' απ' τ' αρνί δεν του χουρεί, τι είναι; Η μυρμηγκοφωλιά.

- Αλλάζ’ η κουντουθόδουρους με τ΄ άντερου στουν κώλου, τι είναι; Το βελόνι με την κλωστή.

- Αλλάζ η κουντουθόδουρους μεσ’ στ’ άχυρο γκιλιέτι (σέρνεται), τι είναι; Το αυγό στην φωλιά.

- Κούφια καρυά (καρυδιά) δράκος μέσα, τι είναι; Το όπλο.

- Κάθεται η παντζίνα κι ανεβαίνει η αράπ’σα, τι είναι; Η πυρουστιά (σιδερένιος σκελετός ειδικός για την τοποθέτηση κατσαρόλας, για βράσιμο στο τζάκι) και αράπισα είναι ο τένζτερης (κατσαρόλα)

- Που πας μουρί φριτζέλου; Σι σένα μουρί κάφτρα, τι είναι; Ο Φούρνος με την πάνα (η πάνα είναι ένα πανί βρεγμένο που καθάριζαν τον παλαιό παραδοσιακό φούρνο στα χωριά)

- Άσπρος κάμπος, μαύρα βόδια, χαρά στο νιο, που τα λαλεί. τι είναι; Τα γράμματα.

- Όλ’ τη μέρα φράστα φρούστα και το βράδυ πίσω απ’ την πόρτα. τι είναι; Η σκούπα

- Όλ’ τη μέρα τα’ δενα και το βράδυ τα ξέδενα. τι είναι; Τα παπούτσια

- Όλ’ τη μέρα κρεμασμένο και το βράδυ σηκωμένο. τι είναι; Το πέτρωμα παλιάς πόρτας

- Κλειδώνω μανταλώνω τον κλέφτη βρίσκω μέσα. τι είναι; Ο ήλιος.

- Πέντε λεβέντες τ’ ν έπιαναν και πέρα την πετούσαν. τι είναι; Η μύξα.

- Από κάτω σαν βαμπάκι, από πάνω σαν τηγάνι και από πίσω σαν ψαλίδι.
Τι είναι; Το χελιδόνι.


- Τσίγκρα γρια το μονοδαύλι, το τσιγκρώ και δεν ανάβει. τι είναι; Το ξύλο

- Άψυχο ψυχή δεν έχει και ψυχές παίρνει και φεύγει; τι είναι; Το αμάξι

- Έχω ένα βαρελάκι που ‘χει δυο λογιών κρασάκι. τι είναι; Το αυγό.

- Τρουίρ’ τρουίρ’ (γύρο γύρο) απ’ του σπιτάκι μου λαμπάδες κρεμασμένες. τι είναι; Σταλακτίτες που κρέμονται από τη σκεπή των σπιτιών όταν έχει χιόνι και πάγο.

- Γύρω γύρω κάγκελα και μέσα πρασινάδα, τι είναι; Η πίτα με κόθρο.

- Από πάν απ’ του σπιτάκι μου βελέντζες απλωμένες, τι είναι; Τα σύννεφα.

- Κότα μαδμέν’ (μαδημένη) στου λάκκου πεταμέν, τι είναι; Άδειο τσαμπί από σταφύλι

- Έχω ένα κουτί, πού’ χει μέσα κατιτί και άμα χάσω το κατιτί, τι το θέλω το κουτί, τι είναι; Το κεφάλι με το μυαλό.

- Πάνω απ' το σπιτάκι μου κουκόσιες (καρύδες) απλωμένες, τι είναι; Τα αστέρια.

- Σε πράσινο παλάτι, μαύροι καλοέροι (καλογέροι) κάθονται κρυμμένοι, τι είναι; Η τζούνα με το κάστανο.
_______________________________________________________________________
1. Δημήτριος Σ. Λουκάτος, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1985,
σ. 116-121
2. Κωνσταντίνου Ι. Παπακωνσταντίνου, Τα Λαογραφικά της Νίκαιας, Εκδοση Πνευματικού-Πολιτιστικού
Οργανισμού Δήμου Νίκαιας, Λάρισα 2000 σ. 113-115


Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Νικόλαος Γ. Πολίτης ο «πατέρας» της Ελληνικής Λαογραφίας

Παραθέτω ως πρώτη ανάρτηση το εξής κείμενο που αφορά στον Πατέρα της Ελληνικής Λαογραφίας τον Νικόλαο Γ. Πολίτη γιατί δεν γίνεται να μιλήσουμε για Ελληνική Λαογραφία χωρίς πρώτα να γνωρίσουμε τον άνθρωπο που την καθιέρωσε στον Ελληνικό χώρο.
Ο Νικόλαος Πολίτης γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1852. Από τις γυμνασιακές τάξης έδειξε μια κλήση προς τη φιλολογία και τη λαογραφία, παρακολουθώντας τα περιοδικά της εποχής του, Χρυσαλλίδα, Ευτέρπη, Πανδώρα και στέλνοντας σ’ αυτά δικές του λαογραφικές μελέτες (Περί λυκοκανθάρων, Άσματα δημοτικά, Περί παραμυθιών κ.α).
Αργότερα, γράφτηκε στην Φιλοσοφική σχολή Αθηνών και ως φοιτητής συνέχιζε να δημοσιεύει εργασίες.
Το 1870 έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου "Παρνασσός" κι έλαβε μέρος στην πενταμελή Επιτροπή που ανέλαβε τη συλλογή και δημοσίευση ανέκδοτων ηθών και εθίμων, μύθων, παροιμιών, αινιγμάτων και παντοίας γλωσσογραφικής ύλης του λαού της Ελλάδος. Εξέδωσε τότε, μαζί με τον Ηπειρώτη Σπυρίδωνα Λάμπρο, τα Νεοελληνικά δημοσιεύματα και το 1871 έγραψε την πρώτη συστηματική μελέτη του Νεοελληνική Μυθολογία που βραβεύτηκε.
Το 1875 πήγε για συμπληρωματικές σπουδές στη Γερμανία (υπότροφος από την Ελληνική Κυβέρνηση) κι έμεινε στο Μόναχο 4 χρόνια, όπου γνωρίστηκε φιλικά με το βυζαντινολόγο Κάρολο Κρουμπάχερ. Το 1880 γύρισε οριστικά στην Ελλάδα και διορίστηκε στην Βιβλιοθήκη της Βουλής. Το 1882 έγινε Υφηγητής και το 1884 διορίστηκε Τμηματάρχης Μ. Εκπαιδεύσεως του Υπουργείου Παιδείας (τότε εισηγήθηκε και τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών), και ύστερα Γενικός Επιθεωρητής, οπότε (1887) έγραψε Εγκύκλιο στους εκπαιδευτικούς, να συγκεντρώνουν λαογραφικό υλικό του τόπου τους. Ήταν ακριβώς το έτος που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «Λαογραφία» ενώ πρωτύτερα έλεγαν «Παραδόσεις», «Έθιμα» κτλ.
Το 1889 συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Δροσίνη στη διεύθυνση του περιοδικού Εστία κι αυτό αποτέλεσε μια εμπρακτη ενίσχυση της τότε λογοτεχνίας μας από τη Λαογραφία.
Το 1890 ο Πολίτης έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο όπου δίδασκε ως το 1921 που πέθανε. Οι σημαντικότερες λαογραφικές μελέτες που ως τότε δημοσίευε, συγκεντρώθηκαν στους τρεις τόμους των Λαογραφικών Συμμείκτων του, που τυπώθηκαν αργότερα στη σειρά των «Δημοσιευμάτων» του Λαογραφικού Αρχείου. Άλλα μεγάλα έργα του είναι οι Παροιμίες και οι Παραδόσεις που άρχισαν να τυπώνονται στη σειρά «Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού», από το 1899.
Με τα βιβλία και τις μελέτες του ο Πολίτης έδωσε βαθύτερο επιστημονικό περιεχόμενο στη Λαογραφία και την έκανε πολύπλευρα ερευνητική. Κράτησε τις επιστημονικές κατευθύνσεις προς την αρχαία ελληνική και τη βυζαντινή παράδοση, αλλά κυρίως τόνισε την ανάγκη της διεθνούς συγκριτικής μελέτης για την πιο «ανθρωπολογική» κατανόηση των εθίμων και των δοξασιών του λαού.
Το 1908 ο Ν. Γ. Πολίτης ίδρυσε την « Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία» και το 1909 άρχισε να εκδίδει το περιοδικό Λαογραφία.
____________________________________________________________________
Δημήτριος Σ. Λουκάτος, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1985 σ. 65-72

Χαιρετισμός του Οδυσσέα Τσιντσιράκου

 Kατάγομαι από το χωριό Μελιβοία του Νομού Λαρίσης και είμαι γεννημένος το 1986. Είμαι απόφοιτος του τμήματος Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων από το οποίο αποφοίτησα τον Ιούλιο του 2009. Σκοπός της δημιουργίας του παρόντος ιστολογίου είναι η άμεση παράθεση σε αυτό, κειμένων ιστορικού και ανθρωπολογικού ενδιαφέροντος προς συζήτηση.